«Νέμεσις» του Βασίλη Διακοβασίλη

Published by

on

16 λεπτά

Η Ελένη Χρυσίδου, μία από τις πιο εμβληματικές ηθοποιούς της εποχής μας, είχε πάντα την ικανότητα να μαγεύει με τις ερμηνείες της τον κόσμο. Από το 2001 που αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης, πάντα αναλαμβάνει πρωταγωνιστικούς ρόλους και πάντα εισπράττει την αγάπη του κόσμου. Οι επιτυχίες της ήταν ισάξιες και στον κινηματογράφο και στο θέατρο και στην τηλεόραση. Όμορφη γυναίκα, ψηλή, καλλίγραμμη, πάντα διέγειρε τον αντρικό πληθυσμό αλλά και οι γυναίκες δεν έμειναν ασυγκίνητες. Ή τη ζήλευαν ή την θαύμαζαν ή τη μισούσαν ή ακόμη, την ερωτεύονταν.

  Η μεγάλη μας ηθοποιός φτάνοντας στα σαράντα της, τα οποία τα «γιόρτασε» μόνη της, αποφασίζει να απευθυνθεί στον γνωστό συγγραφέα Αλέξανδρο Τρανό, τον καλύτερο βιογράφο της πατρίδας μας, ζητώντας του να γράψει τη δική της ιστορία, όπως εκείνη θα του την αφηγούνταν. Γιατί; Διότι και ίδια πια είχε κουραστεί να κρύβει το μεγάλο της μυστικό. Αυτά όμως δεν ήταν της ώρας, αν έρχονταν σε συμφωνία, τότε δεν θα του έκρυβε τίποτε απολύτως.

  Το επόμενο πρωί κιόλας τον επισκέφτηκε στο σπίτι του. Ούτε δίστασε ούτε φοβήθηκε ότι δεν θα γινόταν δεκτή. Γνώριζε πολύ καλά ότι και μόνο το όνομα της να άκουγε κάποιος, θα έτρεχε να της ανοίξει την πόρτα. Ο Τρανός έμενε σε ένα άνετο τριάρι μιας πολυκατοικίας επί της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Γόνος πλούσιας οικογένειας, αφιερώθηκε στο γράψιμο, ζώντας μια άνετη, κοσμική ζωή, έχοντας πάντα στο πλευρό του κάποια όμορφη κυρία, η οποία συνήθως προερχόταν από τους κύκλους που σύχναζε.

  Πράγματι, μόλις ο Τρανός άκουσε ποια είναι της άνοιξε την πόρτα δίχως δεύτερη σκέψη και φάνηκε ιδιαιτέρως περιποιητικός απέναντί της. Εξαίρετος βιογράφος αλλά και παρατηρητής της ανθρώπινης συμπεριφοράς ακούγοντας το αίτημά της, ενθουσιάστηκε από την ιδέα να είναι ο πρώτος, που θα έβγαζε ένα βιβλίο για την μοναδική σταρ της πατρίδας μας. Ανυπομονούσε να εξερευνήσει της ζωή της, να την ακούσει να του αφηγείται όσα ο περισσότερος κόσμος αγνοούσε και να τα καταγράφει. Της υποσχέθηκε ότι η αμέσως επόμενη βιογραφία που θα έγραφε θα ήταν η δική της. Την θαύμαζε από χρόνια, την είχε παρακολουθήσει σχεδόν σε κάθε ρόλο της. Ήταν ευτυχής που του «εμπιστευόταν τη ζωής της» και δεν της το έκρυψε. Εκείνη του άφησε κάποια πρώτα στοιχεία, όπως το πραγματικό της όνομα κι έκανε κάποιες ελάχιστες νύξεις για όσα τη βάραιναν, θέτοντας έναν μόνο όρο. Οι συνεντεύξεις θα δίνονταν στο δικό της σπίτι, ένιωθε πιο άνετα στο δικό της χώρο, έτσι του είπε. Εκείνος δέχτηκε κι έκλεισαν το πρώτο τους ραντεβού για μετά από έναν μήνα.

  Οι πρώτες συναντήσεις τους κύλησαν ομαλά. Η αφήγησή της, όπως ήταν αναμενόμενο, άρχισε από την παιδική της ηλικία, η οποία δεν έκρυβε κάτι συνταρακτικό. Εκείνος την άκουγε προσεκτικά, το καταγραφικό του πάντα ανοικτό, παράλληλα σημείωνε και ότι του έκανε εντύπωση σ’ ένα σημειωματάριο. Όσο όμως προχωρούσε προς τα χρόνια της εφηβείας της και στη συνέχεια στα χρόνια της φοίτησης της στη σχολή, ο διάσημος συγγραφέας διαισθανόταν ότι αυτά που κρατούσε στη σκιά η Χρυσίδου, όλο και πλήθαιναν.

  Δεν απογοητευόταν όμως, εμπιστευόταν ακόμη το λόγο, που του είχε πει στην πρώτη τους συνάντηση, ότι ήταν έτοιμη γι΄ αυτό το βήμα και δεν θα δίσταζε να αποκαλύψει τα πάντα για εκείνην, όσο δύσκολα κι αν της ήταν. Μέχρι την ημέρα, πρέπει να ήταν η τρίτη τους συνάντηση, όταν βρήκε την πόρτα της ανοικτή σαν να τον περίμενε. Διάβηκε το κατώφλι και τότε έμεινε εμβρόντητος διαπιστώνοντας ότι το δωμάτιο, που γίνονταν οι συναντήσεις τους μέχρι τότε, ήταν εντελώς άδειο, σαν να μην είχε ζήσει ποτέ κάποιος εκεί μέσα. Την καλεί στο τηλέφωνο που του είχε δώσει, αλλά αυτό φαίνεται νεκρό.

  Αρχικά χάνει την εμπιστοσύνη του, η εικόνα του ειδώλου του κινδυνεύει να διαλυθεί, γυρίζει στο διαμέρισμα του, είναι έτοιμος να αποδεχτεί την ήττα του, ότι κάποια “έπαιξε” μαζί του, όσο καμία άλλη δεν τόλμησε ποτέ. Κάθεται στο γραφείο του, βαζει μπροστά του τις σημειώσεις του, το υλικό που είχε αρχίσει να μαζεύει από περιοδικά κι εφημερίδες και ανοίγει το καταγραφικό του. Η φωνή της ήρεμη, δίχως καμία συγκινησιακή φόρτιση, εξιστορούσε τα ήσυχα παιδικά της χρόνια στα πατρικό της, στο κέντρο της Αθήνας, στην οδό Εμμανουήλ Μπενάκη, στο ύψος των Εξαρχείων. Ξαφνικά χάνεται η φωνή κι της ακούγεται μια παιδική φωνή, να λέει:

  «Γιατί με εγκατέλειψες; Ποτέ δεν θα γίνω όμοιος σου!».

  Πατάει το στοπ, γυρίζει λίγο μπροστά, θέλει να ακούσει και πάλι τη μυστήρια φωνή, αλλά αυτή έχει χαθεί. Επαναλαμβάνει την κίνηση του αρκετές φορές ακόμη, δεν ακούει τίποτε ξανά, είναι σίγουρος όμως ότι η φωνή που άκουσε δεν ήταν αποκύημα της φαντασίας του. Εκεί παίρνει την απόφαση να συνεχίσει την έρευνα του, έως ότου μάθει τι συμβαίνει με την Έλενα Χρυσίδου, της οποία το αληθινό όνομα είναι Ελένη Μαυρίδου.

  Φτιάχνει έναν κατάλογο, με κάθε έναν που την γνώρισε λίγο ή περισσότερο. Φίλους συνεργάτες, δεσμούς. Αρχίζει κι επισκέπτεται έναν ένα και με μεθοδικό τρόπο καταγράφει, ότι του λένε. Κάποια είναι γνωστά, κάποια δεν διασταυρώνονται από πουθενά κάποια άλλα όμως έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Όπως ότι στην προσωπική της ζωή αυτό που υπερτερούσε, σε αντίθεση με την λαμπρή εικόνα της ηθοποιού, ήταν η μυστηριώδης παρουσία της, ο απρόσητος χαρακτήρας της, το ότι χανόταν για μεγάλα διαστήματα από τις επαγγελματικές συναναστροφές τους. Πάντα όμως μετά τις μυστηριώδεις εξαφανίσεις της επέστρεφε στην εργασία της, επιβλητική, εκθαμβωτική!

  Κάποια στιγμή ο Τρανός ανακάλυψε την πραγματική της διεύθυνση. Δεν ήταν το διαμέρισμα που συναντήθηκαν κοντά στη γειτονιά που μεγάλωσε αλλά μία μονοκατοικία σε κάποια πάροδο της λεωφόρου Βάρης – Κορωπίου. Πολύ πιο ταιριαστό για μια ηθοποιό του βεληνεκούς της Χρυσίδου σκέφτηκε. Την επισκέπτεται την ίδια κιόλας μέρα. Το διώροφο κτίσμα βρισκόταν στη μέση ενός κατάφυτου και περιποιημένου κήπου, σημάδι ότι ήταν σίγουρα κατοικήσιμο. Παρά τις συνεχείς κλίσεις του από το θυροτηλέφωνο της αυλόπορτας, δεν παίρνει καμία απάντηση. Απευθύνεται στο τοπικό αστυνομικό τμήμα κι εκεί μετά από λίγο τον πληροφορούν, ότι δεν συντρέχει λόγος ανησυχίας, η κ. Χρυσίδου είναι καλά στην υγεία της. Τίποτε άλλο!

  Για μία ακόμα φορά αισθάνεται πληγωμένος, απορεί με την επιμονή του σε αυτήν την υπόθεση αλλά κάτι αδιευκρίνιστο μέσα του, τον παρακινεί να συνεχίσει την έρευνα του. Αυτή τη φορά, με τη βοήθεια ενός φίλου του ντέτεκτιβ, αναζητά και βρίσκει συγγενείς της. Από αυτούς μαθαίνει ότι η μεγάλη ηθοποιός μεγάλωσε μόνο με τη μητέρα της, διότι ο πατέρας της, ο οποίες παρέμενε γι΄ αυτούς άγνωστος, τους εγκατέλειψε πριν ακόμη γεννηθεί. Πρόσφατα έχασε την μητέρα της, ίσως αυτός να ήταν ένας λόγος που θέλησε να απευθυνθεί σε εκείνον για να γράψει την βιογραφία της στη δεδομένη στιγμή. Ίσως όμως τελικά να το μετάνιωσε. Για ποιον λόγο όμως δεν τον ειδοποίησε ότι της ήταν πλεόν δύσκολο να συνεχίσει αυτό που αρχικά είχε αποφασίσει. Θα την καταλάβαινε, δεν ήταν δα και η πρώτη φορά που είχε συναντήσει ανθρώπους πρόθυμους να του ανοίξουν τη καρδιά τους αλλά στο τέλος, τους ήταν αδύνατον να ξεκλειδώσουν αληθινά όσα μυστικά κρατούσαν μέσα τους.

  Αποφασίζει να επισκεφτεί για μία ακόμη φορά το σπίτι της. Φτάνει εκεί λίγο πριν το μεσημέρι και βρίσκει έναν νεαρό άντρα, να περιποιείται τον κήπο. Τον φωνάζει κι εκείνος τον πλησιάζει.

   – Ζητάτε κάποιον;

  -Θα ήθελα να δω την κυρία Χρυσίδου.

  -Η κυρία Χρυσίδου, δεν επιθυμεί να δει κανέναν αυτήν την περίοδο.

  -Πείτε της ότι έξω βρίσκεται ο κύριος Τρανός και μετά ας κάνει ότι θέλει.

  Ο νεαρός χάνεται μέσα στο σπίτι. Τα λεπτά περνούν και δεν εμφανίζεται κανένας. Αυτός όμως δεν εγκαταλείπει, είναι σίγουρος ότι θα πάρει κάποια απάντηση. Πράγματι μετά από δεκαπέντε περίπου λεπτά εμφανίζεται και πάλι ο νεαρός, ο οποίος τον πληροφορεί ότι η κυρία Χρυσίδου, μπορεί να τον δεχτεί για λίγα λεπτά μόνο και του ανοίγει την βαριά καγκελόφραχτη αυλόπορτα. Προχωρά προς τα μέσα, φτάνει στο σπίτι, ανεβαίνει τα λίγα σκαλοπάτια ως την εξώπορτα η οποία τον περιμένει ανοιχτή. Ξέρει τι θα της πει, δεν θα την αφήσει να τον αιφνιδιάσει. Μπαίνει μέσα, το φως είναι ελάχιστο, χρειάστηκε κάποια δευτερόλεπτα μέχρι να την διακρίνει να κάθεται σε μια πολυθρόνα στο βάθος. Φοράει ένα από τα θεατρικά της κουστούμια, κατακόκκινο με μαύρες κορδέλες να ξεπετάγονται από παντού, ενώ τα μαλλιά της, σαν να είναι έτοιμη για κάποια παράσταση, ορθώνονται ολόγυρα τούφες τούφες με μυτερή κατάληξη. Η εικόνα του θυμίζει την Μήδεια, σε μια παράσταση που είχε δει πριν από χρόνια, σίγουρα από την ίδια. Του κάνει νόημα να καθίσει απέναντι της.

  -Αγαπητέ μου! Γιατί τόση αγωνία να με ξαναδείς;

  -Κυρία Χρυσίδου! Είχαμε κάνει μια συμφωνία. Να συνεργαστούμε για να γράψουμε τη βιογραφία σας. Και ξαφνικά όχι μόνο εξαφανίζεστε αλλά αποδεικνύεται ότι με εμπαίζατε.

  -Ξέρεις, ο εμπαιγμός, είναι στοιχείο της ανθρώπινης φύσης. Ξέρεις ποια υποδύομαι σήμερα; Σίγουρα το έχεις καταλάβει. Την Μήδεια! Αυτήν κι αν την ενέπαιξε ο μεγάλος της ο έρωτας, ο Ιάσονας, την ξέρετε την ιστορία. Ίσως κι εσείς κάποτε…

  -Γιατί χαθήκατε; Αν θέλετε να διακόψουμε τη συνεργασία μας, μπορείτε να μου το δηλώσετε. Γίνονται αυτά στη δουλειά μου! Αν και ήδη έχω μάθει αρκετά για εσάς, ικανά να προχωρήσω και μόνος μου στην έκδοση της βιογραφίας σας.

  -Πιστεύετε ότι έχετε μάθει, όλα όσα ήμουν πρόθυμη να σας αποκαλύψω;»

  -Γιατί; Δεν είστε πρόθυμη ακόμη, κυρία Χρυσίδου; Μήπως θα θέλατε να μείνω στο Μαυρίδου και την ταπεινή καταγωγή σας;

  -Μην αυταπατάστε κύριε μου. Τα στοιχεία που γνωρίζετε είναι από τα πλέον εύκολα να αναζητήσει κάποιος. Έχετε σκεφτεί για παράδειγμα, γιατί απευθύνθηκα σε εσάς; Ή για να το κάνω ακόμη πιο ενδιαφέρον, αν υπάρχει κάποιο άγνωστο με εσάς νήμα, το οποίο, με κάποιον τρόπο μας συνδέει εμάς τους δύο;

  -Δεν καταλαβαίνω!

  -Αναμενόμενη η αντίδρασή σας! Αυτά για σήμερα! Απ΄ ότι καταλαβαίνετε, σας έχω δώσω επιπλέον στοιχεία για να συνεχίσετε την έρευνά σας. Αν σας ενδιαφέρει φυσικά ακόμη η υπόθεσή μου!

  -Υπονοείτε ότι…

  -Πολλά μπορώ να υπονοώ, αλλά δεν θα σας αποκαλύψω τίποτε άλλο σήμερα. Εάν καταλήξετε στην οποιαδήποτε απάντηση, μπορείτε να με επισκεφτείτε και πάλι και τότε τα συζητάμε εκτενέστερα.

Ο άλλοτε αγέρωχος Τρανός σηκώθηκε μουδιασμένος, κάτι του διέφευγε, μίλησε για κάποια σχέση μαζί της για την οποία δεν υποψιαζόταν το παραμικρό. Κατευθύνθηκε προς την πόρτα όταν σκέφτηκε να της ζητήσει κάποια επιπλέον βοήθεια, γύρισε αλλά η πολυθρόνα που καθόταν ήταν άδεια.

  Επέστρεψε στο διαμέρισμά του, με χίλιες σκέψεις να του πιέζουν το κεφάλι, αδυνατώντας να βγάλει άκρη απ΄ όσα είχε ακούσει. Κάθισε στο γραφείο του, έπρεπε να αναστοχαστεί όσα είχε μάθει γι΄ αυτήν, όσα του είπε και όσα είδε. Την αμφίεση της Μήδειας κυρίως.

  Ο πατέρας της Χρυσίδου ήταν κάποιος άγνωστος, που κανείς δεν γνώριζε. Η ίδια πιθανόν να τον ήξερε, λογικά η μητέρα της κάποια στιγμή, να της είχε αποκαλύψει την ταυτότητά του. Διόλου απίθανο. Κι αν ο πατέρας της είχε κάποια σχέση με τον ίδιο; Άρχισε να καταγράφει τα στοιχεία για να εξάγει κάποιο ασφαλές συμπέρασμα.

  Ίσως ο δικός του πατέρας να ήταν και πατέρας της Χρυσίδου. Τότε οι δύο τους, θα έπρεπε να είναι αδέλφια. Χρονολογικά, μπορούσε να έχει συμβεί. Δυστυχώς δεν ζούσε, δεν μπορούσε να τον ρωτήσει, ούτε βέβαια τολμούσε να ενοχλήσει τη μητέρα του για μια τέτοια υπόνοια. Μόνο η Χρυσίδου μπορούσε να το επιβεβαιώσει, σίγουρα θα ζητούσε και κάποιο τεστ DNA, ποτέ δεν εμπιστευόταν τα λόγια μόνο. Σηκώθηκε, πήγε προς την ντουλάπα που φύλαγε όλα όσα είχε κρατήσει από το αρχείο του πατέρα του, φωτογραφίες κυρίως και κάποια λίγα έγγραφα. Τα είχε δει πολλές φορές, οι φωτογραφίες ξεκινούσαν από την παιδική του ηλικία κι έφταναν ως λίγα χρόνια πριν το θάνατο του. Ανάμεσά τους υπήρχαν και πολλές από την ευτυχισμένη συζυγική του ζωή. Τώρα όμως που ήξερε τι αναζητούσε, θα του ήταν πιο εύκολο να εντοπίσει κάποιο ενδιαφέρον στοιχείο, αν βέβαια υπήρχε. Στάθηκε σε μια φωτογραφία, όπου έδειχνε τους δύο γονείς του, αγκαλιά έξω από ένα θέατρο, όπου στην μαρκίζα του διακρίνονταν το όνομα της Ελένης Χρυσίδου. Πρέπει να ήταν από το ξεκίνημα της καριέρας της, κάπου εκεί το προσδιόρισε. Η γραμματοσειρά ήταν ακόμη μικρή, όπως και πλήθος άλλων ηθοποιών. Σίγουρα δεν ήταν πρωταγωνίστρια. Ίσως όμως αυτή η σύμπτωση να ήταν ένα άσχημο παιχνίδι της τύχης. Αναρωτήθηκε αν υπήρχε περίπτωση ο πατέρας του να ήξερε, ότι η Χρυσίδου ήταν το παιδί που δεν αναγνώρισε ποτέ;

  Το πάλευε για μέρες στο μυαλό του, δεν κατέληγε σε κανένα ασφαλές συμπέρασμα, αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στην εικόνα του πατέρα που γνώριζε, τρυφερού και καλού οικογενειάρχη, κι ενός άλλου, άπιστου και ανεύθυνου. Τότε λαμβάνει ένα ηχογραφημένο μήνυμα στο κινητό του, από κάποιον άγνωστο παραλήπτη:

  «Μοναδική μου αγάπη, ποτέ δεν θα σε απαρνηθώ!»

  Η φωνή του είναι γνώριμη. Είναι η δική του φωνή σε πολύ νεώτερη ηλικία. Μα πως είναι δυνατόν; Το ακούει για μια φορά ακόμα και τότε το μήνυμα χάνεται. Κάποιος τον καθοδηγεί, ποιος όμως και γιατί;

  Σε λίγες μέρες βρίσκεται και πάλι μπροστά στο σπίτι της Χρυσίδου. Αυτή τη φορά δεν βρίσκεται κανένας στην αυλή, κτυπάει το κουδούνι και ακούγεται από το θυροτηλέφωνο μια αντρική φωνή, πρέπει να ήταν του νεαρού που συνάντησε εκεί την προηγουμένη, που του ζητούσε να περιμένει για λίγο. Άλλη επιλογή δεν είχε παρά να περιμένει. Η αναμονή διήρκεσε αρκετά λεπτά, μέχρι που εμφανίστηκε ο νεαρός, πρέπει να ήταν γύρω στα είκοσι, και τον οδήγησε και πάλι στον ίδιο χώρο που συνάντησε πριν λίγες μέρες την Χρυσίδου. Μόνο που αυτή τη φορά, το δωμάτιο είναι ολόφωτο, οι κουρτίνες διάπλατα ανοικτές κι αυτή κάθεται στην ίδια θέση, κομψή, περιποιημένη, όπως ακριβώς τον δεχόταν στην Αθήνα. Του έκανε νόημα να καθίσει ενώ ο νεαρός στέκεται παραδίπλα της.

  -Λοιπόν, αγαπητέ μου, μπορέσατε να ανακαλύψετε κάτι, βάση των στοιχείων που σας έδωσα;

  -Υποψίες μόνο, αποδείξεις δεν έχω, ούτε είναι δυνατόν να βρω. Βρίσκομαι εδώ αναζητώντας τις απαντήσεις από εσάς. Εξάλλου, μου είχατε υποσχεθεί ότι δεν θα μου κρύψετε τίποτε όταν ξεκινήσαμε αυτήν την ιστορία. Αν μας συνδέει το οτιδήποτε, το οποίο ασφαλώς κι αγνοώ, θα ήθελα να μου το ομολογήσετε τώρα.

  – Τι υποψιάζεστε;

  -Μήπως ο πατέρας μου, κάποια στιγμή είχε κάποια ερωτική σχέση με την μητέρας σας! Μήπως εμείς είμαστε αδέλφια! Δυστυχώς εκείνος δεν ζει για να μου δώσει τις απαντήσεις, που χρειάζομαι.

  Η Χρυσίδου μετακινήθηκε λίγο στην πολυθρόνα της, ένα χαμόγελο απογοήτευσης διαγράφτηκε στο πρόσωπό της, κοίταξε φευγαλέα τον νεαρό ο οποίος αμήχανα κοίταζε προς εκείνη.

  -Όχι! Ο πατέρας σας δεν εμπλέκεται πουθενά στην ιστορία αυτή!

  -Αν δεν υπήρξε καμία σχέση με τον πατέρα μου, τότε με ποιον; Με εμένα;

  Το χαμόγελο της άστραψε, όπως κάνει ο δάσκαλος όταν ακούει τη σωστή απάντηση από τον καλύτερό του μαθητή. Ο Τρανός αντιλήφθηκε την αντίδραση της.

  -Αδύνατον! Δεν μπορώ να θυμηθώ το παραμικρό. Σας γνωρίζω ως ηθοποιό, από την απόσταση που ορίζει η σχέση θεατή και σκηνής, μέχρι εκεί.

  -Με γνωρίσατε πριν γίνω γνωστή! Μια απλή, ανόητη μαθήτρια Λυκείου ήμουν. Κι εσείς ένας νέος, εγωιστής και ανεύθυνος.

  -Δεν καταλαβαίνω!

  -Δεν ξέρω αν το κάνατε και με άλλες, αν συνεχίζετε να συμπεριφέρεστε με τον ίδιο τρόπο ακόμη και σήμερα, αλλά εμένα με αντιμετωπίσατε σαν σκουπίδι. Κάτι που σε διαβεβαιώνω ότι δεν είμαι.

  Στο μυαλό του γνωστού συγγραφέα ήρθε αμέσως η εικόνα του, όταν ήταν νεαρός. Ένας ανώριμος άνθρωπος, που διασκέδαζε με τα χρήματα του πατέρα του, που αγνοούσε τα αισθήματα όσων βρίσκονταν δίπλα του. Ίσως αυτή η γυναίκα που καθόταν τώρα απέναντι του, να ήταν ένα από τα θύματα του. Δυστυχώς, ακόμη και μετά από τόσα χρόνια, δεν έχει ουσιαστικά αλλάξει. Σε όλες του τις σχέσεις, αυτό που προτάσσει είναι ο εαυτός του και μόνο.

  -Δεν σας θυμάμαι! Η φωνή του ακούστηκε αλλοιωμένη.

  -Λογικό! Ένα απλό πήδημα σε κάποιο νεανικό πάρτι, σίγουρα δεν το καταγράψατε πουθενά. Ούτε καν στον εγκέφαλό σας!

  -Έχετε κάποια απόδειξη για όσα λέτε;

  -Απόδειξη; Και βέβαια! Κοιτάξτε δίπλα μου! Γύρισε και χαμογέλασε προς τον νεαρό, που όλη αυτήν την ώρα έμενε αμίλητος.

  -Τι; Λέτε ότι..

  -Ναι, αυτό ακριβώς! Ότι είναι γιος σας.

  -Μα γιατί δεν με ενοχλήσατε, δεν μου είπατε τίποτε, δεν με αναζητήσατε;

  -Σκέψου και απάντησε με ειλικρίνεια! Έστω ότι σε έβρισκα και σου έλεγα ότι κρατούσα μέσα μου το παιδί σου, τι θα έκανες; Θα αποδεχόσουν τις ευθύνες σου; Ήταν η πρώτη μου φορά, ήμουν ζαλισμένη από το ποτό, επιπλέον έκαμψες κάθε δισταγμό μου με ένα σωρό ερωτόλογα. Γιατί; Απλώς για να συμπληρώσεις τη λίστα των κατακτήσεων σου με ένα ακόμα εύκολο θύμα! Τι μπορούσα να περιμένω από έναν τέτοιο άνθρωπο, ο οποίος παρά τις υποσχέσεις του, από την επόμενη κιόλας μέρα είχε εξαφανιστεί;

  -……

  -Δεν έχεις τίποτε να πεις; Φυσικό είναι, αυτός είναι ο χαρακτήρας σου. Ένας αδύναμος και μικρός άνθρωπος ο οποίος καμώνεται τον σπουδαίο. Και για να τελειώσω! Αυτή είναι η βιογραφία μου την οποία σου ζήτησα να γράψεις. Αν τολμάς, κάνε το! Αν για μια φορά στη ζωή σου, μπορείς να τιμήσεις το όνομά σου, έχεις κάθε ελεύθερο από εμένα να γράψεις όλη την αλήθεια. Κι αν είναι δυνατόν, να αναφέρεις κι όσες άλλες έχεις συμπεριφερθεί με τον ίδιο τρόπο. Μην το εκλάβεις αυτό ως κάποια εκδίκηση στο πρόσωπό σου. Δεν μου έκανες κάτι κακό για να σε εκδικηθώ. Η περιπέτεια αυτή μου χάρισε ένα παλικάρι, που με φροντίζει, ατσάλωσε τη θέληση μου να γίνω κάποια και το πέτυχα. Δεν είναι εκδίκηση λοιπόν! Απλώς θέλω κάποιοι σαν εσένα, να πάψουν να εμφανίζονται σαν σπουδαίοι και τρανοί. Τον γιο μου τον μεγαλώνω με βασική αρχή, την ενσυναίσθηση. Μια έννοια, την οποία εσύ σίγουρα αγνοείς.

  Ο Τρανός ήξερε ότι η γυναίκα, που καθόταν απέναντι του δεν έλεγε ψέματα.

  -Ξέρεις, θα την παρατούσα την ιστορία αυτή από την αρχή. Δύο παράξενα μηνύματα όμως, ένα στο καταγραφικό και ένα από κινητό μου, με κράτησαν. Τα οποία και τα δύο μυστηριωδώς εξαφανίστηκαν. Ξέρεις κάτι γι΄ αυτό; Εσύ νεαρέ μου;

  -Νομίζω ότι παραλογίζεσαι! Ο νεαρός λέγεται Νίκος! Και είναι γιος σου! Βιολογικά μόνο, διότι συναισθηματικά δεν πρόκειται ποτέ να σε πλησιάσει, δεν σε χρειάζεται πια. Αν όμως υπάρχει κάποια ελπίδα, να αφήσω για σένα, κάποια ελάχιστη χαραμάδα ανοιχτή στη ζωή του, τότε το προαπαιτούμενο είναι αυτό που σου ανέφερα προηγουμένως. Ολοκληρώνεις τη βιογραφία μου, με όλη την αλήθεια και επιπλέον τοποθετείς σε αυτήν και τον αχρείο εαυτό σου. Όσο για τα μηνύματα που λες, ποιος ξέρει; Ίσως η αόρατη Νέμεσις, να θέλησε να επαναφέρει με οποιονδήποτε τρόπο, τη δικαιοσύνη στην αδικία που έχεις σκορπίσει γύρω σου. Τώρα θα ήθελα να φύγεις! Η πόρτα μου θα ανοίξει ξανά για σένα, μόνο, αν αποδεχθείς αληθινά τον εαυτό σου. Είμαι σίγουρη όμως ότι δεν έχεις τη δύναμη να φτάσεις ως εκεί.

2 απαντήσεις στο “«Νέμεσις» του Βασίλη Διακοβασίλη”

  1. Giannis Pit Άβαταρ

    Ο Βασίλης Διακοβασίλης έρχεται να γράψει ένα εξαίρετο διήγημα μυστηρίου, βάζοντας στο επίκεντρο της θεματολογίας του, την ίδια τη στάση ζωής μας. Οι πρωταγωνιστές του, ο διάσημος συγγραφέας Αλέξανδρος Τρανός (ωραίος ο συμβολισμός του ονόματος) και η καταξιωμένη ηθοποιός Ελένη Χρυσίδου.
    Μια συνάντηση, μια συμφωνία για τη συγγραφή μιας αυτοβιογραφίας. Αλλά εκεί κάπου θα ανοίξει ο δρόμος των μυστικών και του παρελθόντος.
    Δυνατοί χαρακτήρες, συγκροτημένοι. Έντονα συναισθήματα, διδάγματα, μηνύματα, κλιμακωτή εξέλιξη πλοκής μέχρι το εξαίρετο φινάλε. Νέμεσις λοιπόν.
    Ευχαριστούμε πολύ, αγαπητέ φίλε.

    Μου αρέσει!

  2. ANNA Flo Άβαταρ
    ANNA Flo

    Πολύ ωραίο διήγημα, το απόλαυσα Βασιλη. Μπράβο . Το δρώμενο πετάει!!!

    Αρέσει σε 1 άτομο

Σχολιάστε

Design a site like this with WordPress.com
Ξεκινήστε